Το ρωμαϊκό νεκροταφείο Φισκάρδου στον Όρμο του Αγίου Ανδρέα, μετά την αποκατάστασή του, από βόρεια.
Το ρωμαϊκό νεκροταφείο Φισκάρδου στον Όρμο του Αγίου Ανδρέα, μετά την αποκατάστασή του, από βόρεια.
nekrotafeia_tafika_mnhmeia_panormou_1
Το ρωμαϊκό νεκροταφείο Φισκάρδου στον Όρμο του Αγίου Ανδρέα, μετά την αποκατάστασή του, από βόρεια.
Οι σαρκοφάγοι στο εσωτερικό του μαυσωλείου – ναόσχημου ταφικού θαλάμου του νεκροταφείου από ΝΔ.
Μαυσωλείο – ναόσχημος ταφικός θάλαμος στη θέση «Τηγάνια» Φισκάρδου.
Ναόσχημος ταφικός θάλαμος στη θέση Λαρνί ή «το θρονί της βασίλισσας Φισκάρδας»
Από τα πιο ενδιαφέροντα μνημεία της πόλης Πανόρμου είναι εκείνα που σχετίζονται με το θάνατο, στην αρχιτεκτονική των οποίων, διακρίνονται σαφείς επιρροές από γνωστές πόλεις της ρωμαϊκής επικράτειας.
Στη βραχώδη ακτή της ΒΔ πλευράς του κόλπου του Αγίου Ανδρέα ανεγέρθηκε το εκτεταμένο νεκροταφείο των ρωμαϊκών και υστερορωμαϊκών χρόνων, όπου ερευνήθηκαν τάφοι διαφόρων τύπων: υπέργειοι – κτιστοί κιβωτιόσχημοι, κιβωτιόσχημοι εγκιβωτισμένοι σε ορύγματα στο φυσικό βράχο, μικροί με μνημειακή μορφή (εν είδει οικίσκου), κεραμοσκεπείς, λακκοειδείς, εγχυτρισμοί και λίθινες σαρκοφάγοι. Δέκα τάφοι εντάσσονται σε έναν ταφικό περίβολο και τρεις σε ταφικό θάλαμο – μαυσωλείο. Στο εσωτερικό του μαυσωλείου βρέθηκαν οι δύο σαρκοφάγοι με ανάγλυφες παραστάσεις, συνηθισμένα νεκρικά θέματα στην τέχνη της εποχής. Στη μία εξ αυτών εκτυλίσσεται η σκηνή της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα. Οι σαρκοφάγοι σήμερα εκτίθενται στην Αρχαιολογική Συλλογή Σάμης, προκειμένου να προστατευθούν από επιπλέον φθορές, και στο νεκροταφείο, μετά τις εργασίες αποκατάστασής του, τοποθετήθηκαν αντίγραφα.
Η ακμή του νεκροταφείου ανάγεται από τον 2ο έως 4ο αι. μ.Χ.
Τα ταφικά μνημεία και κυρίως οι ταφικοί θάλαμοι ή μαυσωλεία είναι από τα εντυπωσιακότερα της πόλης και του νησιού. Εντοπίζονται σε διάφορα σημεία και παρόλο που είναι δυνατόν να ομαδοποιηθούν σε διαφορετικούς τύπους ως προς την αρχιτεκτονική τους κάθε ένα παρουσιάζει ιδιαιτερότητες.
Τα μαυσωλεία αφορούν μεγάλων διαστάσεων κτίσματα, τα οποία περιείχαν έναν ή και περισσότερους του ενός τάφους, όχι απαραίτητα του ιδίου τύπου και ενίοτε θρανία για την απόθεση προσφορών. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις τέτοιων κτισμάτων, που η κατάσταση διατήρησής τους δεν επιτρέπει τη διεξαγωγή συμπερασμάτων για την ύπαρξη ή μη τάφων ή κατασκευών στο εσωτερικό τους. Εντοπίζονται δύο κύριες παραλλαγές μαυσωλείων ως προς την κάτοψη: α) απλοί, μονόχωροι θάλαμοι και β) ναόσχημα ταφικά μνημεία.
Από τα μαυσωλεία στον τύπο του ναόσχημου ταφικού θαλάμου οι πιο εντυπωσιακοί είναι:
α) Το μαυσωλείο στη θέση «Τηγάνια», στο κέντρο του σημερινού οικισμού. Στον κύριο θάλαμο εντάσσονται καμαροσκέπαστος τάφος με αετωματική πρόσοψη, εν είδει οικίσκου, λίθινη σαρκοφάγος με αετωματικό κάλυμμα και κτιστός κιβωτιόσχημος τάφος. Στον πίσω τοίχο του θαλάμου υπήρχαν δύο κόγχες για την τοποθέτηση τεφροδόχων αγγείων ή προτομών των θανόντων – imagines. Στους πρωτοβυζαντινούς χρόνους το μαυσωλείο επαναχρησιμοποιήθηκε για δύο εγχυτρισμούς βρεφών (ταφές σε αγγεία). Η χρήση του μαυσωλείου ανάγεται από τον 1ο αι. μ.Χ. έως και το πρώτο μισό του 4ου αι. μ.Χ. Στην έκθεση της Αρχαιολογικής Συλλογής Σάμης περιλαμβάνεται αναπαράσταση τμήματος του καμαροσκέπαστου τάφου.
β) Το μαυσωλείο στη θέση «Λαρνί» ή «Θρονί της βασίλισσας Φισκάρδας», έξω και ΝΔ του οικισμού. Πρόκειται για ένα μνημείο λαξευμένο στο φυσικό βράχο, το ανώτερο τμήμα των τοίχων του οποίου θα ήταν κτιστό. Η εντυπωσιακή μορφή του και η κόγχη στον πίσω τοίχο για την τοποθέτηση τεφροδόχου αγγείου ή της προτομής του κτήτορα, που μοιάζει με κάθισμα αρκούσαν για να ταυτιστεί το μνημείο στη φαντασία των κατοίκων με βασιλικό θρόνο. Οπότε το μαυσωλείο έμεινε γνωστό ως «το θρονί της βασίλισσας Φισκάρδας».
Οι πρακτικές που ακολουθούνταν στο νεκροταφείο και τα ταφικά μνημεία της πόλης παραπέμπουν σε ανάλογες πρακτικές που ακολουθούνταν σε γνωστές πόλεις των ρωμαϊκών χρόνων.